Η ψυχοθεραπεία με τα παιδιά αποτελεί μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διαδικασία, καθώς ως θεραπευτές καλούμαστε να αξιοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας όπως παραμύθια, παιχνίδια, θέατρο, ώστε να επικοινωνήσουμε με τα παιδιά. Αξιοποιούμε δηλαδή την φαντασία μας και με διάθεση παιχνιδιάρικη αναζητούμε μία κοινή γλώσσα με το παιδί. Ως παιδική ηλικία θα ορίσουμε τις ηλικίες 6-12 ετών που τα παιδιά ξεκινούν το Δημοτικό σχολείο μέχρι που το ολοκληρώνουν και μπαίνουν στην εφηβεία.
Τα παιδιά συνήθως όταν νιώσουν ασφαλή και προστατευμένα σε ένα θεραπευτικό πλαίσιο είναι έτοιμα να μοιραστούν όσα τα δυσκολεύουν και καταφέρνουν γρήγορα και άμεσα να προσαρμοστούν στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Φυσικά η εξέλιξη του κάθε παιδιού εξαρτάται από πολλούς κι διαφορετικούς παράγοντες και για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό να λαμβάνουμε υπόψιν μας τη μοναδικότητα του κάθε παιδιού.
Η σχέση των παιδιών με τους γονείς τους διαμορφώνεται σταδιακά κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και έχει σημαντική επίδραση στην ψυχολογική και κοινωνική τους ανάπτυξη. Η υγιής ανάπτυξη αυτής της σχέσης απαιτεί την προσοχή και τη συνειδητοποίηση των γονέων για τις ανάγκες και τις ανησυχίες των παιδιών τους, καθώς και τη διαρκή επικοινωνία και ειλικρίνεια στην επικοινωνία με αυτά.
Ποιοι είναι οι λόγοι που μπορεί ο γονιός ή ο φροντιστής να αναζητήσει ψυχοθεραπεία για το παιδί
Τα σημάδια και τα συμπτώματα που υποδηλώνουν την ανάγκη ψυχοθεραπείας ποικίλλουν. Ωστόσο, εάν μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε αυτές τις ενδείξεις θα τις συγκαταλέγαμε δυσκολίες που εκδηλώνονται στο συναίσθημα, στην συμπεριφορά και στην κοινωνική ζωή του παιδιού. Συγκεκριμένα:
Οι λόγοι που μπορεί να αναζητήσει ένας γονιός ή φροντιστής βοήθεια για το παιδί του μπορεί να αφορούν αλλαγές που μπορεί να συμβαίνουν στην ίδια την οικογένεια όπως: χωρισμός γονέων, απώλεια και πένθος, τραυματικό γεγονός. Επίσης, η εμφάνιση σωματικών ενδείξεων όπως για παράδειγμα επαναλαμβανόμενοι πονοκέφαλοι ή πόνοι στο στομάχι που δεν εξηγούνται από κάποια ιατρική αιτία, πιθανά να προέρχονται από κάποια ψυχολογική αιτία που χρειάζεται να διερευνήσει το παιδί με την υποστήριξη ειδικού. Τέλος, αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες και στον ύπνο που διαρκούν σίγουρα παραπάνω από 1 μήνα και επηρεάζουν το παιδί και την οικογένεια χρειάζεται να διερευνηθούν.
Το μοντέλο της Γνωσιακής Συμπεριφορικής προσέγγισης έχει ακριβώς το ίδιο θεωρητικό υπόβαθρο όπως αυτό των ενηλίκων , απλώς οι προσαρμογές γίνονται στους τρόπους που χρησιμοποιούνται, ώστε να γίνουν κατανοητές οι έννοιες στο εκάστοτε αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται το παιδί. Οι ηλικίες που ενδείκνυνται για Γνωσιακή Συμπεριφορική παρέμβαση στα παιδιά είναι 7 ετών και άνω για να μπορεί να αντιληφθεί το παιδί τις σχετικές έννοιες.
Η πρώτη συνεδρία προτού συναντήσουμε το παιδί πραγματοποιείται ιδανικά με τους 2 γονείς-φροντιστές. Στη συνεδρία αυτή γίνεται η λήψη του ιστορικού του παιδιού από την έναρξη της κύησης ως και σήμερα. Αποσαφηνίζεται το αίτημα των γονιών, τι είναι αυτό που τους προβληματίζει στη συμπεριφορά του παιδιού και στην πορεία γίνεται η πρώτη επαφή με το παιδί.
Επίσης, είναι σημαντικό να υπάρχει συνεργασία με το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς, ώστε να αποκτήσουμε μία καλή εικόνα των δυσκολιών που αντιμετωπίζει το παιδί και να είναι ενήμεροι και οι δάσκαλοι, ώστε να υποστηρίξουν το παιδί όσο καλύτερα μπορούν.
Όταν το παιδί έρχεται πρώτη φορά στην ψυχοθεραπεία, ο θεραπευτής αναλαμβάνει να εξηγήσει ακριβώς στο παιδί ποιος είναι και να δημιουργήσει ένα ασφαλές πλαίσιο, ώστε το παιδί να νιώσει άνετα να μιλήσει για την προσωπική του ζωή.
Το παιδί εκπαιδεύεται μαζί μας να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του, τις αντιδράσεις που τα συνοδεύουν, τα σύννεφα σκέψης και το σώμα και ακριβώς όπως ο ενήλικας με έναν πιο παιχνιδιάρικο τρόπο μαθαίνει πώς να φροντίζει τον εαυτό του όταν νιώθει ευάλωτο.
Για να μπορέσει το παιδί να μιλήσει άνετα και να μας εμπιστευθεί είναι εξαιρετικά σημαντικό να δημιουργηθεί μία ασφαλής θεραπευτική σχέση και να γίνει σαφές το πλαίσιο της συνεργασίας με όρους που να είναι κατανοητοί και αποδεκτοί από το ίδιο το παιδί και από τους ίδιους του γονείς.
Ορισμένα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη θεραπευτική μας σχέση με τα παιδιά είναι τα εξής:
Ρόλος των Γονέων και των Φροντιστών
Η ψυχοθεραπεία του παιδιού γίνεται πάντα σε συνεργασία με τους γονείς ή φροντιστές του παιδιού, διότι τα παιδιά αυτής της ηλικίας δυσκολεύονται να εφαρμόσουν και να γενικεύσουν όσα μαθαίνουν στην ψυχοθεραπεία και είναι πάρα πολύ σημαντικό για τις ηλικίες αυτές να υπάρχει μία σταθερότητα και κοινή προσέγγιση και στο σπίτι.
Η εμπλοκή των γονέων στην ψυχοθεραπεία των παιδιών είναι ένας κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχία της θεραπευτικής διαδικασίας. Οι γονείς και οι φροντιστές παίζουν σημαντικό ρόλο στην υποστήριξη των παιδιών τους, τόσο κατά τη διάρκεια των θεραπευτικών συνεδριών όσο και στην καθημερινή ζωή.
Οι περισσότεροι γονείς με ρωτούν με αγωνία: «στο παιδί τι θα πούμε;». Τα παιδιά έχουν ανάγκη από ειλικρίνεια και απλότητα. Τους εξηγούμε ότι ο ψυχολόγος είναι ένας άνθρωπος εμπιστοσύνης ειδικός σε δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζουν παιδιά και είναι εδώ για να βοηθήσει το παιδί σε οτιδήποτε το δυσκολεύει. Βοηθούν πάντα συγκεκριμένα παραδείγματα που μπορεί να αποτελούν μία πραγματική δυσκολία που αντιμετωπίζει το παιδί της παρούσα περίοδο.
Όπως για παράδειγμα εάν το παιδί δυσκολεύεται να κάνει φίλους μπορούμε να του πούμε: Θα σε βοηθήσει να βρεις τρόπους να πλησιάζεις άλλα παιδιά και να δημιουργείς φιλίες.
Διάρκεια και συχνότητα στην ψυχοθεραπεία για τα παιδιά